«Άστο προς το παρόν και βλέπουμε»: Αυτή η κοινότυπη φράση εμπεριέχει την πρόθεση ενός ατόμου να παραμερίσει την ενασχόληση με ένα τρέχον θέμα που αναζητά προσοχή (αποφυγή προβλήματος) και να την μεταθέσει στο αόριστο μέλλον. Άραγε, η πρακτική της αποφυγής ή της αναβλητικότητας είναι πράγματι βοηθητική αν υιοθετείται ως modus operandi, δηλαδή τρόπο να λειτουργεί κανείς στη ζωή;
Λύση ή πρόβλημα;
Η αποφυγή αποτελεί μία μέθοδο επίλυσης προβλημάτων κατά την οποία ένα άτομο αναβάλλει την ενασχόληση με ένα φλέγον ζήτημα στο εδώ και τώρα, παρά το γεγονός του ότι γνωρίζει τη σημασία και την αμεσότητα που αυτό έχει για τη ζωή του. Συχνά, η προβολή στο μέλλον συνοδεύεται από την ελπίδα ότι το πρόβλημα θα λυθεί, κάπως, από μόνο του.
Οι άνθρωποι αποφεύγουν γιατί φοβούνται ότι η αναμέτρηση με ένα ζήτημα θα τους προκαλέσει ένα μεγαλύτερο ποσοστό δυσφορίας από αυτό που μπορούν να αντέξουν και να διαχειριστούν. Η άρνηση του προβλήματος ή η αποφυγή ενασχόλησης με αυτό μοιάζει να αποτελεί μία λύση, έστω και προσωρινή. Μία ιατρική εξέταση, η απόφαση για το μέλλον μίας συντροφικής σχέσης, ακόμα και καθημερινά ζητήματα όπως η επίσκεψη σε ένα γυμναστήριο ή η μελέτη για την εξεταστική, αποτελούν συνισταμένες τις οποίες ένα άτομο μπορεί να αποφύγει με δικαιολογίες όπως «έχω πολλά στο μυαλό μου αυτή την περίοδο», «θα πήγαινα αλλά κάτι έτυχε», «είχα πολύ δουλειά», κ.α.
Προστασία ή απειλή;
Η συνήθης τάση του ανθρώπου είναι η συνειδητή αποφυγή ερεθισμάτων που προκαλούν πόνο, σωματικό ή ψυχικό. Όταν όμως η αποφυγή γίνεται μία χρόνια πρακτική, συνεχίζει να έχει προστατευτική αξία;
Έστω κι αν η αναβολή ανακουφίζει το άτομο, η γνώση ότι το πρόβλημα δεν έχει λυθεί, συνεχίζει να το διαταράσσει. Τα αρνητικά συμπτώματα αφορούν σε έντονο άγχος, ενοχή καθώς και σε αρνητικές σκέψεις ως προς την εξέλιξη του προβλήματος, συνθέτοντας μία απαισιόδοξη προοπτική για το μέλλον.
Αναγνώριση και αλλαγή
Είναι σημαντικό κάποιος να είναι ειλικρινής με τον εαυτό του όσον αφορά στην αποφυγή. Η ειλικρίνεια συνδέεται με την παραδοχή ότι η μη ενασχόληση με ένα ζήτημα δεν οφείλεται σε δυσμενείς, εξωτερικές συγκυρίες αλλά σε αρνητικά συναισθήματα όπως ο φόβος της απώλειας ή της αλλαγής. Η αναβλητικότητα “κερδίζει” χρόνο, ωστόσο την ίδια στιγμή συμβάλλει στη δημιουργία ενός αρνητικού ενδεχόμενου. Για παράδειγμα, ο νέος που αποφεύγει την αναζήτηση εργασίας και την είσοδο σε μία καθημερινότητα με περαιτέρω υποχρεώσεις, παρουσιάζει τελικά ένα βιογραφικό σημείωμα φτωχό σε δραστηριότητες και λιγότερο θελκτικό σε ένα μελλοντικό εργοδότη.
Η αποφυγή, αποτελεί μία προσωρινή επιλογή έναντι της έκθεσης σε με μία δυσάρεστη κατάσταση. Ο χρόνος που περνά, μεγεθύνει το φόβο και την αίσθηση αδυναμίας μπροστά στις δυσκολίες. Αν η αναμέτρηση με το πρόβλημα, ομοιάζει με την ανάβαση σε ένα ψηλό βουνό, τότε το άτομο χρειάζεται να προσανατολιστεί στο να αναλάβει το ίδιο δράση εγκαίρως, κάνοντας “ένα βήμα τη φορά” έστω και με το δικό του ρυθμό.